- σχεδιασμός
- Όρος που χρησιμοποιείται στις επιχειρήσεις και αφορά την οργάνωση εργασίας, με τον καθορισμό των ενεργειών που πρέπει να γίνουν για την επίτευξη των προκαθορισμένων στόχων και των μεθόδων, για την επίτευξή τους. Στηρίζεται στο σαφή καθορισμό των εκτελεστικών ενεργειών και μεθόδων, στην ορθή εκτίμηση των σημερινών και των μελλοντικών πόρων (τεχνικών και χρηματοδοτικών), στην αξιολόγηση των προβλημάτων και στον καθορισμό των πληροφοριών καθώς και στην ένδειξη του τρόπου με τον οποίο θα συγκεντρωθούν, των οποίων η έγκαιρη γνώση είναι απαραίτητη για την οικονομική αξιολόγηση της προόδου.
Ο θεμελιώδης αντικειμενικός σκοπός κάθε διεύθυνσης επιχείρησης είναι, κατά την κλασική οικονομία, η βελτίωση της οικονομικής λειτουργίας που της έχει ανατεθεί. Με τον αντικειμενικό αυτό σκοπό προσδιορίζονται και άλλοι στόχοι και καθορίζονται τα όριά του.
Στις βιομηχανικές επιχειρήσεις, ο σχεδιασμός αποβλέπει στον καθορισμό του επίπεδου των δυνατών πωλήσεων για τις διάφορες κατηγορίες ειδών, ή με βάση τα μέσα εργασίας που διαθέτει, ή με τροποποίηση και βελτίωση τους. Προκαθορίζεται τι πρέπει να γίνει για τη διανομή του καθορισμένου όγκου πωλήσεων, και προδιαγράφονται οι όροι για τη βελτίωση των μεθόδων παραγωγής, την προμήθεια νέου εξοπλισμού ή παραγωγικών μέσων, την αποθήκευση πρώτων υλών, νέων μηχανών και την πρόσληψη εργατών, τεχνικών και γενικά προσωπικού. Προϋπολογίζονται επίσης τα διαθέσιμα που πρέπει να υπάρχουν στο ταμείο στα διάφορα στάδια της πορείας της εκτέλεσης του σχεδίου και οι πιθανές ανάγκες χρηματοδότησης του.
Στην πολιτική οικονομία, σύστημα διεύθυνσης της οικονομίας με τον καθορισμό στόχων από τους δημόσιους οργανισμούς και κυρίως από το ίδιο το κράτος. Ο σ. επιβλήθηκε στη σύγχρονη οικονομική θεωρία σε συσχετισμό με δύο ιστορικά γεγονότα: τη δημιουργία οικονομικών συστημάτων με χαρακτήρα συλλογικό (σοσιαλιστικό) και την εμφάνιση, στα οικονομικά συστήματα που βασίζονται στην ιδιωτική πρωτοβουλία, συχνών κρίσεων. Παρά τα διαφορετικά χαρακτηριστικά που οι μέθοδοι σ. παρουσιάζουν στους δύο αυτούς ιστορικούς τύπους, διακρίνεται πάντα μια μεγάλη σφαίρα κοινών προβλημάτων, που επιτρέπει να μιλάμε για μια γενική θεωρία του σ. Μέσα σ’ αυτήν όμως μπορούμε να διακρίνουμε μερικά στοιχεία με γενικό χαρακτήρα. Γίνεται π.χ. λόγος για ολοκληρωτικό (ολικό) ή μερικό (κατά τομείς) σ., ανάλογα με το αν η δημόσια διεύθυνση της οικονομίας καλύπτει ολόκληρο το χώρο των οικονομικών φαινόμενων μιας χώρας, χαρακτηρίζοντας το δυναμισμό της, ή μόνο ένα τομέα της. Γίνεται ακόμα λόγος για κυρίως σ., που αναφέρεται στον πρώτο τύπο οικονομικής διεύθυνσης, και για προγραμματισμό*, όταν πρόκειται για διευθυντική κρατική επέμβαση που δεν εξαντλεί το πεδίο των οικονομικών αποφάσεων και δε διαμορφώνει επομένως το σύστημα. Άλλοι ορισμοί του σ. προέρχονται επίσης από το συλλογικό ή ιδιωτικό χαρακτήρα των οικονομικών μονάδων και από τις μεθόδους με τις οποίες δημιουργούνται και επιδιώκονται οι οικονομικοί αντικειμενικοί στόχοι. Έτσι, γίνεται λόγος για διοικητικό σ. προκειμένου περί ενός τύπου οικονομικής διεύθυνσης που ασκείται από κράτος με συγκεντρωτικές επιτακτικές μορφές, περί δημοκρατικού σ. προκειμένου περί συμμετοχής των ίδιων των οργανωμένων παραγωγών στο σύστημα, περί αυστηρού ή εύκαμπτου (ελαστικού) σ. κ.ά.
κρυπτό (πυρήνας)
Η εξέλιξη ενός φαινόμενου πυρηνικής σχάσης εξηγείται σχηματικά, σύμφωνα με το πρότυπο της σταγόνας, που πρότεινε ο Νιλς Μπορ. Όπως φαίνεται στο σχέδιο πάνω, ο πυρήνας του ουράνιου 235, που-μπορεί να θεωρηθεί σαν μια σταγόνα ρευστού, βομβαρδίζεται από ένα νετρόνιο: αν η ενέργεια του νετρονίου που συλλαμβάνεται υπερβαίνει μια ορισμένη κρίσιμη τιμή, το φαινόμενο της μετατροπής της σταγόνας εξελίσσεται ως τη διάσπαση (σχάση) σε δύο τμήματα, δηλαδή σε δύο πυρήνες. Έχουμε επίσης εκπομπή νέων νετρονίων τα οποία, με κατάλληλες συνθήκες, μπορεί να καθορίσουν νέες σχάσεις και να προκαλέσουν μια αλυσωτή αντίδραση. Επειδή η πιθανότητα νέων σχάσεων αυξάνεται με την παρουσία νετρονίων χαμηλής ενέργειας, οι πυρηνικοί αντιδραστήρες χρησιμοποιούν επιβραδυντικά υλικά, για να αποδυναμώσουν την ενέργεια των νετρονίων. Στη φωτογραφία δεξιά, τμήμα των ράβδων ελέγχου ενός μεγάλου πυρηνικού αντιδραστήρα.
Η ανάγκη και η δυνατότητα μιας σχεδιασμένης διεύθυνσης της νεώτερης οικονομίας συνδέονται ουσιαστικά με την κριτική που άσκησε η σοσιαλιστική σχολή πάνω στην καπιταλιστική οικονομία και με τις προτάσεις για εθνικοποίηση των μέσων της παραγωγής. Χρειάστηκε γι’ αυτό να φτάσουμε στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι. για v’ αντιμετωπιστούν σοβαρά τα τεχνικά προβλήματα του σ. Έτσι, το 1908, ο Ιταλός οικονομολόγος Ενρίκο Μπαρόνε εξέτασε σ’ ένα άρθρο που έμεινε περίφημο με τον τίτλο Ο υπουργός Παραγωγής σ’ ένα κολεκτιβιστικό κράτος τη δυνατότητα του υπολογισμού και επομένως της πρόβλεψης του σ. των οικονομικών κινήσεων. Η δυνατότητα αυτή αμφισβητήθηκε μετά τον A’ Παγκόσμιο πόλεμο από τη φιλελεύθερη σχολή των Λούντβιχ φον Μίζες και Φρήντριχ φον Χάγεκ, καθώς και από το Λάιο-νέλ Ρόμπινς. Κεντρικό επιχείρημα των αντιρρήσεων ήταν ότι μόνο ένας ελεύθερος σχηματισμός των τιμών, μέσα σ’ ένα ανταγωνιστικό σύστημα, μπορεί να εκφράσει αυστηρούς δείκτες σπανιότητας για τις διαθέσιμες πηγές και να στηρίξει λογικές και αποτελεσματικές προτιμήσεις. Με άλλα λόγια, ένα σύστημα σ. δεν έχει αντικειμενικά στοιχεία για τον οικονομικό υπολογισμό και εκθέτει το σύστημα σε κινδύνους σοβαρών σπαταλών, που μπορεί να οδηγήσουν σε υπερβολικό κόστος για την πραγματοποίηση των στόχων της επιδιωκόμενης ανάπτυξης. Οι δύο μεγαλύτεροι δυτικοί μαρξιστές οικονομολόγοι - ο Όσκαρ Λάνγκε και ο Μωρίς Ντομπ - αντέκρουσαν τις αντιρρήσεις, υποστηρίζοντας ότι η δυνατότητα του υπολογισμού γίνεται πραγματική, ακριβώς όταν η τιμή νοείται όχι ως απλή σχέση ανταλλαγής (που προϋποθέτει αγορά ανταγωνισμού), αλλά ως συντελεστής της σπανιότητας. Το σύστημα του κεντρικού υπολογισμού βοηθάει ακριβώς στην εξακρίβωση αυτού του συντελεστή σπανιότητας και στον καθορισμό των «λογιστικών τιμών», πραγματοποιώντας από πριν το συντονισμό που η αγορά κάνει εκ των υστέρων. Η συζήτηση πάνω στη δυνατότητα υπολογισμού, που έγινε στις παραμονές του B’ Παγκόσμιου πόλεμου, ξεπεράστηκε ως ένα βαθμό από τις νέες εμπειρίες σ. των σοσιαλιστών χωρών, εμπειρίες που σιγά-σιγά πέρασαν από τα επιτακτικά και διοικητικά πρότυπα σε περισσότερο εύκαμπτα.
Ο σοσιαλιστικός σ. παρουσίασε δύο πρότυπα, που μπορεί να θεωρηθούν τυπικά. Το πρώτο είναι εκείνο που ακολούθησε η πρώην ΕΣΣΔ στα σταλινικά πενταετή σχέδια και που ακολούθησε αργότερα η Κίνα. Παρουσιάζεται ως πρότυπο συγκεντρωτικού και επιτακτικού σ., στον οποίο οι στόχοι της οικονομικής ανάπτυξης καθορίζονται αποκλειστικά εκ των άνω με θυσία των οικονομικών τομέων που δε θεωρούνται σημαντικοί. Το πρότυπο αυτό αποβλέπει στη δημιουργία των βάσεων μιας μεγάλης σύγχρονης βιομηχανίας σε καθυστερημένες χώρες, πραγματοποιώντας τη συσσώρευση των κεφαλαιουχικών μέσων εις βάρος της γεωργικής ανάπτυξης και με σημαντική θυσία των καταναλωτικών αγαθών, που δεν είναι απαραίτητα στον πληθυσμό. Το δεύτερο πρότυπο, που καθιερώθηκε σιγά-σιγά στην πρώην ΕΣΣΔ μετά το 1953, βρήκε την πιο αναπτυγμένη μορφή του στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Σ’ αυτό, ο σ. στηρίζεται κυρίως σε μια ευρεία και αποκεντρωτική έρευνα των πόρων και των αναγκών και στον καθορισμό αντικειμενικών στόχων, που πρέπει να επιτευχθούν κυρίως με οικονομικά όργανα και κίνητρα, τα οποία έχουν σκοπό να προσδιορίσουν και να κατευθύνουν την εκλογή κάθε επιχείρησης. Στο σύστημα αυτό αποχτά αποφασιστική σημασία η κρατική οικονομική πολιτική, η πολιτική μισθών, η πιστωτική και φορολογική πολιτική, η ομαλή λειτουργία του εμπορίου με το εξωτερικό. Ένα πρότυπο του τύπου αυτού προσπαθεί συνοπτικά να συνδυάσει το σ. της οικονομικής ανάπτυξης με τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, μοιράζοντας περισσότερο δίκαια τα κεφάλαια που προορίζονται για επενδύσεις και εκείνα που προορίζονται για καταναλωτικά αγαθά.
Οι εξελίξεις στην πρώην ΕΣΣΔ και την πρώην Γιουγκοσλαβία έδειξαν ότι ο σοσιαλιστικός σ. απέτυχε και η οικονομία των χωρών που τον εφάρμοσαν δεν μπόρεσε να αναπτυχθεί σωστά.
* * *ο, ΝΜΑ [σχεδιάζω]νεοελλ.1. σχεδίασμα και, ιδίως, αρχικό, πρόχειρο σχέδιο που υποβάλλεται αργότερα σε μεταβολές ή διορθώσεις, προσχέδιο2. κατάρτιση σχεδίων, κατάρτιση προγραμμάτων σε έναν τομέα δραστηριότητας («επιχειρησιακός σχεδιασμός)3. φρ. «οικονομικός σχεδιασμός»(οικον.) δραστηριότητα στήριξης τής οικονομικής ανάπτυξης από το κράτος με τον καταρτισμό αντίστοιχων προγραμμάτων στα οποία προβλέπονται ορισμένοι βασικοί στόχοι για την επίτευξη τών οποίων οι καίριες οικονομικές αποφάσεις λαμβάνονται ή επηρεάζονται αποφασιστικά από την κεντρική εξουσία αντί να αφήνονται στο ελεύθερο παιχνίδι τών δυνάμεων τής αγοράςαρχ.ενέργεια ή ομιλία χωρίς προηγούμενη μελέτη.
Dictionary of Greek. 2013.